Μουάμαρ Καντάφι: Ανοδος και πτώσηΟ ίδιος αποκαλούσε τον εαυτό του «βασιλιά των βασιλιάδων της Αφρικής», «ηγέτη της επανάστασης», «αδελφό ηγέτη», «οδηγό της εποχής των μαζών». Ξένοι ηγέτες από την άλλη, τον είχαν χαρακτηρίσει κατά καιρούς από «το τρελό σκυλί της Μέσης Ανατολής» (Ρόναλντ Ρέιγκαν) μέχρι «τρελό Λίβυο» (Ανουάρ αλ - Σαντάτ).
Στα 42 χρόνια της εξουσίας του είχε αποκτήσει τη φήμη του ολότελα απρόβλεπτου, εκκεντρικού έως και παρανοϊκού ηγέτη. Οι κραυγαλέες ενδυματολογικές του προτιμήσεις, οι εξωτικές γυναίκες σωματοφύλακες με το μανικιούρ και τα ημιαυτόματα όπλα, η εμμονή του να διαμένει σε σκηνή ακόμα και στα ταξίδια του σε πόλεις όπως η Ρώμη και η Νέα Υόρκη και οι υπόλοιπες εκκεντρικές του συνήθεις (ίσως και τα πλούσια αποθέματα της χώρας του σε πετρέλαιο) έκαναν κάποιους να ξεχνούν κατά περιόδους ότι η εξουσία του στηριζόταν στη βία και την αιματηρή καταστολή κάθε αντίθετης άποψης.
Η ασυνήθιστη πορεία του τον μεταμόρφωσε από παιδί αγράμματων Βεδουίνων σε νεαρό πραξικοπηματία, επαναστατικό ηγέτη κράτους, διεθνή παρία, στη συνέχεια στρατηγικό εταίρο της Δύσης και στο τέλος και πάλι παρία, για να αφήσει την τελευταία του πνοή, όπως φαίνεται, υπό ταπεινωτικές συνθήκες στα χέρια των ανταρτών που ανέτρεψαν το καθεστώς του.
Ο επαναστάτης
Ο Μουάμαρ Καντάφι γεννήθηκε στη Σύρτη το 1946 σε οικογένεια Βεδουίνων νομάδων της φυλής Καντάφα. Ο πατέρας του ήταν βοσκός. Μπήκε στο πανεπιστήμιο της Βεγγάζης προκειμένου να σπουδάσει γεωγραφία, αλλά παράτησε τις σπουδές του για να γίνει στρατιωτικός. Παρακολούθησε στρατιωτικές σχολές στη Λιβύη, τη Βρετανία και την Ελλάδα (Σχολή Ευελπίδων).
Το 1969, σε ηλικία μόλις 27 ετών, ηγήθηκε αναίμακτου πραξικοπήματος που ανέτρεψε το βασιλιά Ιντρίς. Αρχικά θιασώτης του αραβικού εθνικισμού του Αιγύπτιου προέδρου Γκαμάλ Αμπντέλ Νάσερ (αργότερα πέρασε από διάφορες άλλες φάσεις, όπως αυτή του παναφρικανισμού και του ισλαμισμού), προήγαγε τον εαυτό του σε συνταγματάρχη από λοχαγό και υποσχέθηκε «ενότητα, ελευθερία και κοινωνική δικαιοσύνη», μέσω της αποτίναξης του ιμπεριαλιστικού ζυγού.
Στην αρχή της μακρόχρονης εξουσίας του, ο Καντάφι υπήρξε πρωτοπόρος. Ήταν ο πρώτος ηγέτης αναπτυσσόμενης χώρας που κατάφερε να εξασφαλίσει ότι η πλειονότητα των κερδών από την εκμετάλλευση των πετρελαϊκών κοιτασμάτων θα παραμένει στην ίδια τη χώρα. Η Λιβύη είχε διαπιστωμένα κοιτάσματα από τη δεκαετία του '50, αλλά η εξόρυξή τους ελεγχόταν από ξένες εταιρείες που όριζαν τιμές που συνέφεραν τις ίδιες και κρατούσαν τουλάχιστον τα μισά από τα κέρδη.
Η αναδιαπραγμάτευση των συμβολαίων εκμετάλλευσης από τον Καντάφι προς όφελος της Λιβύης οδήγησε και άλλες πετρελαιοπαραγωγές χώρες να κάνουν το ίδιο.
Με τα αυξημένα δημόσια έσοδα, η Λιβύη έγινε πιο πλούσια. Ο Καντάφι έχτισε υποδομές, δρόμους, αρδευτικά έργα, νοσοκομεία, σχολεία, σπίτια. Το προσδόκιμο ζωής αυξήθηκε από τα 51 έτη το 1969 σε 74 που είναι τώρα, το ποσοστό των αλφαβητισμού σκαρφάλωσε στο 88% και το κατά κεφαλήν εισόδημα παρουσίασε επίσης σημαντική αύξηση.
Πιο πολύ απ' όλους όμως πλούτισε ο ίδιος, η οικογένειά και οι προστατευόμενοι του. Η περιουσία του υπολογίζεται σε δισεκατομμύρια, με πολλές επενδύσεις στο εξωτερικό.
Η θεωρία του
Ο Καντάφι όμως δεν αρκέστηκε σε αυτά. Δημιούργησε τη δική του πολιτική φιλοσοφία, την οποία, όχι πολύ μετριοπαθώς, χαρακτήρισε «τρίτη οικουμενική θεωρία» (μετά την πρώτη και τη δεύτερη που είναι ο καπιταλισμός και ο κομμουνισμός). Από το 1976 μέχρι το 1979 εκδόθηκαν οι τρεις τόμοι του «Πράσινου Βιβλίου» (το πράσινο ως σύμβολο τόσο του Ισλάμ όσο και της γεωργίας) με βασικό σύνθημα την «κυβέρνηση των μαζών».
Η θεωρία του είχε στόχο να επιλύσει τις εγγενείς αντιφάσεις του καπιταλισμού και του κομμουνισμού προκειμένου να επέλθει γενικευμένη επανάσταση και απελευθέρωση των απανταχού καταπιεσμένων.
Το 1977 ανακήρυξε τη λιβυκή «Τζαμαχιρίγια» – η δική του αραβική μετάφραση της «κυριαρχίας των μαζών». Στη θεωρία, η Λιβύη ήταν μια δημοκρατία (η μόνη πραγματική στον κόσμο, σύμφωνα με τον εμπνευστή της) όπου την εξουσία είχαν τα τοπικά λαϊκά Επαναστατικά Συμβούλια.
Ο δικτάτορας
Όπως συχνά συμβαίνει όμως με τις επαναστατικές προθέσεις, αυτό που προέκυψε στην πράξη στη Λιβύη ήταν η πλήρης υποταγή του πληθυσμού σε ένα αυστηρά ιεραρχικό σύστημα στην κορυφή του οποίου υπήρχε ένας απόλυτος ηγέτης. Η απόσταση ανάμεσα στα γραφόμενα και στην πρακτική του μπορούν ίσως να βρουν αντιστοιχία στο διδακτορικό που απέκτησε ο γιος του Σαΐφ αλ - Ισλάμ (καταζητούμενος πλέον από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας) από το LSE το 2008 και το οποίο τιτλοφορείται «Ο ρόλος της κοινωνίας των πολιτών στον εκδημοκρατισμό των θεσμών παγκόσμιας διακυβέρνησης».
Στην πράξη λοιπόν, οι Λίβυοι ήταν υποχρεωμένοι να παρίστανται στις συνεδριάσεις των Επαναστατικών Συμβουλίων, τα οποία δεν είχαν καμία ουσιαστική αρμοδιότητα και στα οποία όποιος εκφραζόταν επικριτικά εναντίον του καθεστώτος μπορούσε να βρεθεί στη φυλακή. Φυλακή, βασανιστήρια, εκτελέσεις περίμεναν όσους τολμούσαν να αντισταθούν. Έντονο ήταν και το στοιχείο της προσωπολατρίας του ηγέτη, με τις φωτογραφίες του σε κάθε κατοικημένη γωνιά της χώρας.
Σχέσεις με το εξωτερικό
Στην εξωτερική του πολιτική, ο Καντάφι παρουσίαζε τον εαυτό του ως ηγέτη του αντιιμπεριαλιστικού αγώνα, ενώ ήταν μέλος του κινήματος των Αδέσμευτων επί Ψυχρού Πολέμου. Όταν οι Αραβες ηγέτες άρχισαν να τον περιφρονούν λόγω των απόψεών του για την αραβοϊσραηλινή διένεξη, εγκατέλειψε τον παναραβικό του ζήλο και έστρεψε το ενδιαφέρον του στην Αφρική: μετατράπηκε σε θιασώτη της δημιουργίας των «Ηνωμένων Πολιτειών της Αφρικής».
Η χειρότερη ίσως περίοδος για τους Λίβυους ήταν η δεκαετία του '80, όταν ο Καντάφι εισήγαγε τη δική του «πολιτιστική επανάσταση». Οι ιδιωτικές επιχειρήσεις καταργήθηκαν, κάηκαν βιβλία που θεωρούνταν αντίθετα με το πνεύμα της επανάστασης, αντιφρονούντες που είχαν αυτοεξοριστεί στο εξωτερικό δολοφονήθηκαν από Λίβυους πράκτορες, καταργήθηκε κάθε ελευθερία έκφρασης.
Ο Καντάφι επίσης φέρεται να χρηματοδοτούσε τρομοκρατικές οργανώσεις όπως ο IRA, και να συνδέεται με τρομοκρατικές ενέργειες στο εξωτερικό. Λίβυοι πράκτορες κατηγορήθηκαν ότι βρίσκονταν πίσω από το βομβαρδισμό νυχτερινού κέντρου όπου σύχναζαν Αμερικανοί στρατιώτες στο Βερολίνο το 1986, που είχε ως αποτέλεσμα να πεθάνουν δύο στρατιώτες και μία άμαχη και να τραυματιστούν δεκάδες.
Σε αντίποινα, ο Αμερικανός πρόεδρος Ρόναλντ Ρέιγκαν διέταξε αεροπορικές επιδρομές εναντίον της Τρίπολης και της Βεγγάζης, με στόχο το θάνατο του «τρελού σκύλου της Μέσης Ανατολής». Ωστόσο ο Καντάφι βγήκε σώος και διατήρησε τη βομβαρδισμένη κατοικία του στην Τρίπολη ως σύμβολο του αμερικανικού ιμπεριαλισμού. Από εκεί εκφωνούσε σημαντικές του ομιλίες μέχρι και λίγο πριν την πτώση του καθεστώτος του.
Η ανατίναξη του αεροσκάφους της Pan-Am πάνω από το Λόκερμπι της Σκοτίας το 1988 που οδήγησε στο θάνατο 270 ανθρώπων και ήταν η πλέον αιματηρή τρομοκρατική επίθεση που σημειώθηκε ποτέ στο Ηνωμένο Βασίλειο αποτέλεσε κομβικό σημείο.
Η αρχική άρνηση του Καντάφι να εκδώσει στη Σκοτία τους δύο Λίβυους πράκτορες που κατηγορήθηκαν για την επίθεση είχε ως αποτέλεσμα μια μακρά περίοδο διεθνούς απομόνωσης της Λιβύης, η οποία έληξε το 1999 με την έκδοση τους. Ο ένας από αυτούς, ο Αμπντελμπασέτ Αλί αλ - Μεγκράχι καταδικάστηκε σε ισόβια (επέστρεψε το 2009 στη Λιβύη για ανθρωπιστικούς λόγους, όπως ισχυρίστηκαν οι αρχές της Σκοτίας, καθώς βρίσκεται στο τελικό στάδιο καρκίνου) και ο άλλος αφέθηκε ελεύθερος.
Η «εξημέρωση» του «τρελού σκύλου»
Η καταδίκη του βασικού υπόπτου στην υπόθεση Λόκερμπι καθώς και, αργότερα, η διακοπή του προγράμματος πυρηνικών και χημικών όπλων της Λιβύης, άνοιξαν το δρόμο για την «εξημέρωση» του «τρελού σκύλου» από τη διεθνή κοινότητα και την αναθέρμανση των σχέσεων με την Τρίπολη. Οι κυρώσεις που είχαν επιβληθεί ήρθησαν, ο Καντάφι βρέθηκε προσκεκλημένος δυτικών ηγετών, ενώ μέχρι και ο Μπαράκ Ομπάμα δέχτηκε να φωτογραφηθεί σε δημόσια χειραψία μαζί του το 2009. Η «εξημέρωση» συνοδεύτηκε από επιχειρηματικές συμφωνίες με δυτικές ενεργειακές και εξοπλιστικές εταιρείες.
Οι εκκεντρικότητες του δεν σταμάτησαν ούτε τότε. Το 2009, ο Καντάφι επισκέφθηκε τη Νέα Υόρκη για την πρώτη του εμφάνιση στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ. Πέρα από τις περιπέτειες που είχε επειδή ήθελε να στήσει τη σκηνή του μπροστά από την έδρα του ΟΗΕ, ο Καντάφι απηύθυνε ομιλία που αντί να διαρκέσει 15 λεπτά, όπως δικαιούταν, κράτησε 90, στη διάρκεια των οποίων ο Λίβυος ηγέτης έσκισε αντίγραφο της συνθήκης του διεθνούς οργανισμού.
Στην επίσκεψή του στη Ρώμη τον Αύγουστο του 2010 τα φώτα της δημοσιότητας προσέλκυσε κυρίως η πρόσκλησή του σε εκατοντάδες νεαρές γυναίκες, τις οποίες κάλεσε να προσηλυτιστούν στο Ισλάμ.
Παρίας και πάλι
Η απρόσμενη έλευση της «Αραβικής Ανοιξης» έμελλε να παρασύρει και το μακρόβιο καθεστώς του. Οι αναταραχές ξεκίνησαν το Φεβρουάριο από το ανατολικό τμήμα της χώρας, όπου η εξουσία του ήταν πάντα πιο αδύναμη. Και ενώ το κίνημα εναντίον του εξαπλωνόταν, ο ίδιος φαινόταν πιο απομακρυσμένος από ποτέ από την πραγματικότητα. Απέδωσε τις αναταραχές σε 17χρονους «που τους δίνουν χάπια το βράδυ, παραισθησιογόνα χάπια σε αυτά που πίνουν, στο γάλα τους, τον καφέ τους, το Νεσκαφέ τους», στην Αλ Κάιντα και τους «αποικιοκράτες». Ο Καντάφι επιχείρησε να καταστείλει στρατιωτικά την εξέγερση, ωστόσο η κατάσταση κλιμακώθηκε λαμβάνοντας τα χαρακτηριστικά εμφυλίου πολέμου με την παρέμβαση του ΝΑΤΟ εις όφελος των αντικαθεστωτικών.
«Θα πεθάνω σαν μάρτυρας στη Λιβύη» είχε πει επανειλημμένως στη διάρκεια των συγκρούσεων ο Καντάφι όποτε φούντωναν οι φήμες ότι είχε φυγαδευτεί στο εξωτερικό. Και τελικά τήρησε το λόγο του, ίσως όχι ακριβώς με τον τρόπο που είχε φανταστεί, αλλά με τον, κατά τα φαινόμενα, εξευτελιστικό του θάνατο, καθώς ημίγυμνος, βρώμικος και αιμόφυρτος σέρνεται και εκτελείται από τους εχθρούς με μάρτυρες τις κάμερες κινητών τηλεφώνων, να ανάγεται στο απόλυτο σύμβολο της πτώσης τού μέχρι πρότινος πανίσχυρου ηγέτη.